Σελίδες

1 Ιουν 2014

Ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ερμηνείες του αποτελέσματος

Ψήφος στο «μικρότερο κακό»
Το βράδυ του δεύτερου γύρου των εκλογών για την Τοπική Διοίκηση και των ευρωεκλογών, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ήταν μουδιασμένη. Ο πήχης είχε τεθεί πολύ ψηλά και δεν τον πέρασε. Μπορεί το «τρεις κάλπες, μία επιλογή» να εγκαταλείφθηκε σχετικά νωρίς, ωστόσο μέχρι και στο παρά πέντε των εκλογών τα επιτελεία του μιλούσαν για νίκη που θα σηματοδοτούσε ένα ποσοστό έστω και μιας ψήφου πάνω απ' το άθροισμα της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, ποσοστό που ανέμεναν να καταγράψουν.
Οι προσδοκίες δεν επιβεβαιώθηκαν. Ο ΣΥΡΙΖΑ με ποσοστό 26,58% έκοψε πρώτος το νήμα, όμως δεν έκανε το «ρεκόρ» που προσδοκούσε καταγράφοντας απώλειες 140.000 ψήφων σε σχέση με τον Ιούνη του 2012. Η καταγραφή αυτή τροφοδότησε στο εσωτερικό του αναλύσεις για «ταβάνι» στη δυναμική του, για εξάντληση των δυνατοτήτων του ως προς τις εκλογικές του επιδόσεις και άνοιξε μια άλλη συζήτηση με επίκεντρο το με ποιον θα συνεργαστεί για να κυβερνήσει.

Ανεξάρτητα όμως από το εκλογικό αποτέλεσμα ακόμα και αν ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερνε να συγκεντρώσει μεγαλύτερο ποσοστό ή εάν καταφέρει να συγκεντρώσει στο προσεχές μέλλον, η εμπειρία της εκλογικής μάχης καταγράφει ότι ένα μεγάλο κομμάτι των ψηφοφόρων του (που σύμφωνα με ορισμένες δημοσκοπήσεις ένα μεγάλο ποσοστό αποφάσισε την τελευταία στιγμή να τον ψηφίσει) τον ψηφίζει ως το «μικρότερο κακό». Στην πραγματικότητα ούτε τον εμπιστεύεται ούτε εμπνέεται από τις διακηρύξεις του. Ελπίζει απλώς ότι η κυβερνητική εναλλαγή, τιμωρώντας τα κόμματα της συγκυβέρνησης, μπορεί να βάλει εμπόδια στη σημερινή κατάσταση. Τον ψηφίζει όντας εγκλωβισμένος στη λογική ότι δεν μπορεί να υπάρχει διέξοδος έξω από την ΕΕ και τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης. Λογική που για την κυριαρχία της έχει συμβάλει και ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ.
Εχει συμβάλει με τις «στροφές στο ρεαλισμό» που διαδέχονταν η μία την άλλη. Αναιρώντας όποιες από τις υποσχέσεις του είχαν κάποια ριζοσπαστική χροιά. Καλλιεργώντας όλο αυτό το διάστημα τη λογική των μειωμένων απαιτήσεων, επικαλούμενος όλο και συχνότερα τα γνωστά περί «καμένης γης», δηλώνοντας ο Αλ. Τσίπρας πως «δεν είμαι Χάρι Πότερ, δεν έχω το μαγικό ραβδί». Ο ΣΥΡΙΖΑ φρόντισε με τη στάση του να ανακόψει οποιαδήποτε ψήγματα χειραφέτησης αναπτύχθηκαν τα προηγούμενα χρόνια, προσπαθώντας στο όνομα δήθεν της άμεσης απάντησης στα οξυμένα λαϊκά προβλήματα να πείσει ότι μπορεί να υπάρξει φιλολαϊκή πολιτική εντός ΕΕ και Ευρωζώνης χωρίς αποδέσμευση από αυτές, ότι μπορεί να υπάρξει φιλολαϊκή ανάπτυξη εντός του καπιταλιστικού δρόμου, ότι μπορούμε να τα βρούμε με το κεφάλαιο, τα μονοπώλια, ότι μπορούν να πεισθούν να κάνουν πίσω από τις αντιλαϊκές απαιτήσεις. Ενώ ταυτόχρονα βάφτισε ως φιλολαϊκή πολιτική, ως πολιτική ανακούφισης των εργαζομένων μέτρα διαχείρισης της ακραίας φτώχειας και της ανεργίας. Λειτούργησε τέλεια ως η «Σειρήνα» που κάθε φορά κάποιος πήγαινε να βγει από τα όρια του συστήματος του φώναζε να γυρίσει πίσω. Εχει λοιπόν ρόλο στην ανάσχεση ριζοσπαστικών τάσεων, στη μη χειραφέτηση της λαϊκής συνείδησης. Γι' αυτό δίκαια εργατικά λαϊκά στρώματα τον ψηφίζουν με κρύα καρδιά, γι' αυτό σε εργατικά σωματεία, στο φοιτητικό κίνημα οι δυνάμεις του είναι ανυπόληπτες.

Το προβάδισμα του ΣΥΡΙΖΑ δεν μετράει υπέρ του λαού;
Σηματοδότησε το εκλογικό αποτέλεσμα αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων υπέρ του λαού, όπως διατείνεται ο ΣΥΡΙΖΑ;
Στις εκλογές του Μάη του 2012 ο Αλ. Τσίπρας ισχυριζόταν ότι η ψήφος του λαού έδωσε «τέλος στα σχέδια 79 νέων μέτρων από τον Ιούνιο, στα σχέδια για 150.000 απολύσεις στο δημόσιο και στα πρόσθετα μέτρα 11 δισ. από τον επόμενο κιόλας μήνα» και ακόμα ότι «η λαϊκή ετυμηγορία καθιστά με σαφήνεια άκυρο το μνημόνιο και καθιστά πλέον ως πρώτη εναλλακτική επιλογή μια αριστερή κυβέρνηση».
Τι απ' αυτά επιβεβαιώθηκε στην πράξη; Απολύτως τίποτα. Η αντιλαϊκή πολιτική δεν συνάντησε καν ένα σοβαρό εμπόδιο απ' τον ΣΥΡΙΖΑ του 27%, όπως δεν συναντούσε απ' τον ΣΥΡΙΖΑ του 3%. Οι λαϊκές ψήφοι μεταγγίστηκαν στο αστικό πολιτικό σύστημα, σταθεροποιώντας το την ώρα που δεχόταν σοβαρούς κλυδωνισμούς αφού ένας εκ των πυλώνων του κατέρρεε. Ενισχύοντας τον ΣΥΡΙΖΑ, ο λαός ενίσχυσε το σύστημα που επιβάλλει τις ανατροπές στη ζωή του, απολογητής και θιασώτης του οποίου είναι το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης απ' την εποχή που έδινε μάχη για την είσοδό του στη Βουλή.
Στο δίχρονο που μεσολάβησε, η προσαρμογή του ΣΥΡΙΖΑ υπήρξε ταχύτατη στο νέο του ρόλο ως δυνάμει διαχειριστή του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης, η συμμόρφωσή του στα προτάγματα του ευρωμονόδρομου υποδειγματική, εγκατέλειψε την όποια έστω νόθου ριζοσπαστισμού συνθηματολογία. Ηχεί συνεπώς σαν ανέκδοτο ο ισχυρισμός της Κουμουνδούρου ότι έχει ανατραπεί υπέρ του λαού ο συσχετισμός δυνάμεων.
Ετσι και σήμερα έφτασε ο ΣΥΡΙΖΑ να υποστηρίζει ότι η απόφαση του ΣτΕ υπέρ όσων προσέφυγαν ενάντια στην ιδιωτικοποίηση της ΕΥΔΑΠ είναι αποτέλεσμα της εκλογικής ανόδου του ΣΥΡΙΖΑ! Τόσο εκπαιδευμένοι στην κοροϊδία του λαού και των εργαζομένων είναι, που δεν πρόσεξαν καν ότι την ίδια στιγμή απερρίφθησαν από το ΣτΕ μια σειρά άλλες προσφυγές ενάντια στην ιδιωτικοποίηση των λιμανιών, της ΕΥΑΘ κ.ά., ενώ επίσης κρίθηκε ως συνταγματικό το κλείσιμο της ΕΡΤ. Είναι βεβαίως προφανές ότι και όλες οι αποφάσεις του ΣτΕ να είχαν βγει θετικές, δεν θα άλλαζε το συμπέρασμα...
Ο ΣΥΡΙΖΑ εκτίμησε ότι με βάση το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών η κυβέρνηση δεν έχει τη νομιμοποίηση να προχωρήσει σε ορισμένες αποφάσεις. Ενώ θα περίμενε έστω κανείς ότι τα ζητήματα αυτά που θα έθετε ο ΣΥΡΙΖΑ θα αφορούσαν οξυμένα εργατικά λαϊκά προβλήματα, ο ΣΥΡΙΖΑ όχι τυχαία επέλεξε να θέσει ζητήματα που τον διευκολύνουν να παζαρέψει καλύτερα τη θέση του στο αστικό πολιτικό σύστημα προς όφελος πάντα του κεφαλαίου. Εχουμε και λέμε: Διορισμός του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, ορισμός Ελληνα επιτρόπου, διαπραγμάτευση του χρέους, εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας και γενικά τις ιδιωτικοποιήσεις. Για το τελευταίο - για να μην παρεξηγιόμαστε - αξίζει να σημειώσουμε ότι ο Αλ. Τσίπρας διευκρίνισε στον ΣΕΒ ότι δεν είναι υπέρ της κρατικοποίησης γενικά των επιχειρήσεων, απλώς θεωρεί ότι ορισμένες ΔΕΚΟ θα πρέπει να μείνουν υπό κρατικό έλεγχο (με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει).
Τα ζητήματα αυτά δεν αφορούν την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα, αφορούν όμως το κεφάλαιο, τις διεθνείς συμμαχίες που επιδιώκει ο ΣΥΡΙΖΑ, καθώς και το διαπραγματευτικό του ρόλο στο αστικό πολιτικό σύστημα.

Η ενίσχυση του ΣΥΡΙΖΑ απομονώνει την ακροδεξιά;
Ο νεοεκλεγείς ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Γ. Κατρούγκαλος σε πρόσφατη εμφάνισή του σε τηλεοπτική εκπομπή είπε μεταξύ άλλων: «Η άνοδος των ακροδεξιών σε όλη την Ευρώπη είναι αποτέλεσμα της βουβής αγανάκτησης των λαών για τις πολιτικές που εφαρμόζονται παντού και της κρίσης αντιπροσώπευσης που αντιμετωπίζουν τα μεγαλύτερα πολιτικά συστήματα στην Ευρώπη (...) Και εδώ ακριβώς έγκειται η σημασία που ένα κόμμα σαν τον ΣΥΡΙΖΑ έρχεται πρώτο στις εκλογές, γιατί ένα κομμάτι αυτής της κρίσης αντιπροσώπευσης δεν αφήνει να διοχετευτεί σε ρατσιστικά και ξενοφοβικά επίπεδα αλλά σε επίπεδα διαχειρίσιμα...».
Η ενίσχυση του ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί, άραγε, αντίβαρο στη Χρυσή Αυγή; Αν δούμε προσεκτικά αυτό το ερώτημα θα πρέπει να παρατηρήσουμε:
1ον. Οτι ο ΣΥΡΙΖΑ ως δύναμη δεσμευμένη στο καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης και τον ευρωμονόδρομο, ως επίδοξος διαχειριστής της αστικής διακυβέρνησης, δεν μπορεί να αντιμετωπίσει επί της ουσίας τη Χρυσή Αυγή, όπως δεν μπορεί να την αντιμετωπίσει οποιαδήποτε αστική διακυβέρνηση γιατί υπάρχουν χιλιάδες ορατά και αόρατα νήματα που συνδέουν τη Χρυσή Αυγή με το κεφάλαιο, τους μηχανισμούς της αστικής εξουσίας. Νήματα που δεν κόβονται γιατί η Χρυσή Αυγή είναι σάρκα από τη σάρκα του συστήματος, το ιδεολογικό της οπλοστάσιο είναι οπλοστάσιο της αστικής ιδεολογίας, αποτελεί εφεδρεία του συστήματος ενάντια στο εργατικό κίνημα αλλά και σε συνθήκες όξυνσης των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων όπως επιβεβαιώθηκε και πρόσφατα στην Ουκρανία.
2ον. Το επιχείρημα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα εφαρμόσει πολιτική διαχείρισης τέτοια που θα αμβλύνει αυτά τα κοινωνικά φαινόμενα πάνω στα οποία φύεται η Χρυσή Αυγή επίσης δεν στέκει. Γιατί εάν υποθέσουμε ότι η Χρυσή Αυγή αξιοποιεί τη φτώχεια, την ανεργία, την καταστροφή λαϊκών στρωμάτων για να περάσει το φασιστικό - ναζιστικό της δηλητήριο, αυτά δεν πρόκειται να πάψουν με μια διαχείριση του ΣΥΡΙΖΑ, όπως και με οποιαδήποτε διαχείριση στο έδαφος του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης. Πολύ περισσότερο που μια διαχείριση του ΣΥΡΙΖΑ, που θα διαψεύσει όποιες προσδοκίες λαϊκών στρωμάτων, ενδεχομένως να ενισχύσει, να τροφοδοτήσει το φασιστικό μόρφωμα. Ιστορικά η σοσιαλδημοκρατία έδωσε «πάτημα» για την άνοδο των φασιστικών κομμάτων και με την απογοήτευση που προκαλούσε σε λαϊκά στρώματα.
3ον. Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ευθύνη για την ενίσχυση του φασιστικού μορφώματος επειδή συνέβαλε και αυτός, στο πλαίσιο του θολού αντιμνημονιακού μετώπου, στο να θολώσει το ταξικό κριτήριο, να κρυφτεί πίσω από τις φωνές για την κλεπτοκρατία, τους κλέφτες πολιτικούς, τους δοσίλογους και τις τράπεζες ο αληθινός υπαίτιος για την κρίση. Γιατί είδε στις «πλατείες» «νέα ελπιδοφόρα κινήματα», που ξεπερνάνε τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, την ίδια στιγμή που οι δυνάμεις του, ως μέρος της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, του συμβιβασμένου συνδικαλισμού, πολεμούσαν την ταξική κατεύθυνση στο εργατικό κίνημα.
4ον. Γιατί με τη στάση του έχει καλλιεργήσει - και αυτός - ανοχή και άλλοθι στον εθνικισμό. Τα προεκλογικά παραδείγματα είναι πολλά. Η υπόθεση Καρυπίδη, οι επιλογές στη Θράκη με την ταυτόχρονη ενίσχυση εθνικισμού - κοσμοπολιτισμού. Οι παράξενες δηλώσεις στελεχών που αμφισβητούσαν αν τεκμηριώνεται η εγκληματική δράση της Χρυσής Αυγής ή που την χαρακτήριζαν ιδιόμορφο αντιμνημονιακό κόμμα, το χάιδεμα των ψηφοφόρων της είναι αποκαλυπτικά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου